Σύμφωνα με τις διατάξεις της Οδηγίας 2012/29/ΕΕ και του ν. 4478/2017, όπως ενσωματώθηκαν στο άρθρο 6 της Υπουργικής Απόφασης 7320/3-6-2019 για τη Ρύθμιση θεμάτων λειτουργίας των Αυτοτελών Γραφείων Προστασίας Ανηλίκων Θυμάτων «Σπίτι του Παιδιού» – Δομημένο πρωτόκολλο εξέτασης ως μάρτυρα του ανήλικου θύματος, “κατά την ατομική αξιολόγηση, εκτιμάται με ιδιαίτερή προσοχή αν το ανήλικο θύμα κινδυνεύει να υποστεί δευτερογενή και επαναλαμβανόμενη θυματοποίηση, εκφοβισμό και αντεκδίκηση και αναζητείται η βάσιμη πιθανολόγηση, ότι το ανήλικο θύμα θα ωφεληθεί από τα ειδικά μέτρα προστασίας”.
Σκοπός της ατομικής αξιολόγησης των αναγκών του ανήλικου θύματος είναι η διασφάλιση των δικαιωμάτων του παιδιού, η αξιολόγηση τυχόν καταπάτησης των δικαιωμάτων του παιδιού και η κάλυψη/διαχείριση των αναγκών που προκύπτουν με επακόλουθο την ασφαλή και λιγότερο δυνατό τραυματική συμμετοχή του ανήλικου θύματος κατά τις ποινικές διαδικασίες.
Η Οδηγία 2012/29/ΕΕ δεν ορίζει κατηγορίες προτεραιότητας θυμάτων, εφόσον όλα τα θύματα έχουν δικαίωμα ατομικής αξιολόγησης. Ωστόσο όπως αναφέρεται στην Οδηγία τα παιδιά θύματα, θύματα βίας σε στενές σχέσεις, σεξουαλικής βίας ή εκμετάλλευσης, έμφυλης βίας, εμπορίας ανθρώπων, τρομοκρατίας, οργανωμένου εγκλήματος, εγκλημάτων μίσους και θύματα με αναπηρίες, θα πρέπει να αξιολογούνται με ιδιαίτερη προσοχή καθώς συνήθως είναι ιδιαίτερα ευάλωτα. Στο πλαίσιο αυτό τα παιδιά αξιολογούνται πάντοτε ως θύματα με ειδικές ανάγκες προστασίας.
Σύμφωνα με την Οδηγία και όπως συμπεριλαμβάνεται και στην Υπουργική Απόφαση 7320/3-6-2019, η αξιολόγηση των αναγκών των θυμάτων πρέπει να είναι εξατομικευμένη και προσαρμόσιμη, ανάλογα με τη σοβαρότητα του αδικήματος ή/και τις βλάβες που υπέστη το θύμα, να είναι διαρκής και να επικαιροποιείται καθ’ όλη τη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας, λαμβάνοντας υπόψη τυχόν μεταβολές της κατάστασης των θυμάτων ή άλλες περιστάσεις που ενδέχεται να επηρεάσουν την ασφάλεια των θυμάτων.
Η αξιολόγηση αναμένεται να πραγματοποιείται το συντομότερο δυνατόν μετά την αναφορά του εγκλήματος, ενώ σε περίπτωση που εμποδίζεται η διεξαγωγή της (π.χ. το θύμα αντιμετωπίζει δυσκολίες συγκέντρωσης και κατανόησης των ερωτήσεων λόγω σωματικού ή ψυχικού τραύματος), αυτή πραγματοποιείται αμέσως μόλις οι περιστάσεις επιτρέπουν την αποτελεσματική επικοινωνία με αυτόν/ήν. Σε περίπτωση που η διεξαγωγή της αξιολόγησης καθίσταται ανέφικτη, ο επαγγελματίας αξιολογεί πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί κάθε πιθανός κίνδυνος, συλλέγοντας πληροφορίες από το περιβάλλον του θύματος τηρώντας το πλαίσιο εχεμύθειας των διαδικασιών. Ειδικά στην περίπτωση παιδιών-θυμάτων, ο χώρος όπου θα διεξαχθεί η ατομική αξιολόγηση οφείλει να ενισχύει τη δημιουργία κατάλληλου και ασφαλούς περιβάλλοντος για το παιδί.
Κατά τη διενέργεια της αξιολόγησης λαμβάνονται υπόψη τα προσωπικά χαρακτηριστικά του θύματος, το είδος ή τη φύση του εγκλήματος, η σχέση μεταξύ του θύματος και του δράστη, και οι περιστάσεις του εγκλήματος, ενώ εξετάζεται ποια θα είναι η εφαρμογή ειδικών μέτρων προστασίας όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 23 και 24 της Οδηγία 2012/29/ΕΕ. Ως εκ τούτου παράγοντες όπως η φύση και σοβαρότητα του αδικήματος, ο βαθμός του τραύματος και η κατ’ επανάληψη θυματοποίηση, το φύλο, η ηλικία, η γνωστική και ψυχική ικανότητα, οποιαδήποτε γλωσσικά ζητήματα, η ταυτότητα ή έκφραση του φύλου, η εθνότητα, η φυλή, η θρησκεία, ο γενετήσιος προσανατολισμός, η υγεία, η αναπηρία, το καθεστώς διαμονής, οι δυσκολίες επικοινωνίας, και ο βαθμός της σχέσης (εξάρτησης) μεταξύ θύματος και δράστη θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τη διεξαγωγή της αξιολόγησης, προκειμένου να παρέχεται μια ολοκληρωμένη αξιολόγηση κάθε περίπτωσης.
Πηγή: Αρτινοπούλου, Β. & Μιχαήλ, Η. (2021) ‘Το Ανήλικο Θύμα στην Ποινική Δίκη’, Εκπαιδευτικό Υλικό, Εθνικό Κέντρο Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης, Ελλάδα.