Εάν σας έχει συμβεί να είστε θύμα εγκλήματος μπορείτε να το καταγγείλετε στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών ή στην Αστυνομία, να υποβάλετε, δηλαδή, έγκληση (μήνυση). Σε γενικές γραμμές, η «έγκληση» υποβάλλεται από τον αμέσως παθόντα και σε ορισμένες περιπτώσεις (π.χ.εγκλήματα κατά της τιμής) απαιτείται για να κινηθεί η ποινική διαδικασία, ενώ η «μήνυση» υποβάλλεται από τρίτο πρόσωπο πλην του θύματος.Όταν δεν απαιτείται έγκληση ή αίτηση, η ποινική δίωξη κινείται αυτεπάγγελτα, ύστερα από αναφορά, μήνυση ή άλλη πληροφορία ότι διαπράχθηκε αξιόποινη πράξη.
Εκτός από το θύμα και οποιοσδήποτε άλλος έχει το δικαίωμα να καταγγείλει στην αρμόδια αρχή τις αξιόποινες πράξεις που διώκονται αυτεπαγγέλτως, τις οποίες πληροφορήθηκε με οποιονδήποτε τρόπο. Στην πράξη, διαδικαστικά έχει επικρατήσει ο όρος «μήνυση» και για την έγκληση του θύματος. Έτσι, κατά την υποβολή της στην Εισαγγελία θα λάβετε ένα αριθμό για την υπόθεσής σας που θα λέγεται «αριθμός βιβλίου μηνύσεων» [ΑΒΜ].
Μπορείτε, επίσης, να ζητήσετε από κάποιον άλλο να καταγγείλει το έγκλημα. Δηλαδή, η μήνυση γίνεται απευθείας στον εισαγγελέα πλημμελειοδικών, αλλά και στους άλλους ανακριτικούς υπαλλήλους είτε από τον ίδιο το μηνυτή είτε από ειδικό πληρεξούσιο. Σε αυτή την περίπτωση πρέπει να υπογράψετε μια γραπτή δήλωση (εξουσιοδότηση), με την οποία θα υποδεικνύετε το πρόσωπο που θα υποβάλει την έγκληση. Δεν υπάρχει ειδική φόρμα για την εξουσιοδότηση, αλλά πρέπει να την υπογράψετε ενώπιον ενός υπαλλήλου μιας δημόσιας, δημοτικής ή κοινοτικής αρχής ή ενώπιον ενός δικηγόρου (συμπεριλαμβανομένου και του δικού σας δικηγόρου, εάν ήδη έχετε έναν) για τη θεώρηση του γνησίου της υπογραφής σας. Το πρόσωπο που καταγγέλλει το έγκλημα για λογαριασμό σας μπορεί να είναι ένας δικηγόρος ή ένα πρόσωπο που εμπιστεύεστε. Το έγγραφο της πληρεξουσιότητας προσαρτάται στην έκθεση για την κατάθεση της μήνυσης.
Μετά τον θάνατο του παθόντος το δικαίωμα της έγκλησης μεταβιβάζεται στον επιζώντα σύζυγο ή σε αυτόν που συμβίωνε με τον θανόντα έως τον θάνατό του καθώς και στα τέκνα του, και αν αυτοί δεν υπάρχουν ή είναι δράστες του εγκλήματος, στους γονείς του (άρ. 115 παρ. 4 ΚΠΔ). Τα πρόσωπα αυτά μπορούν να δηλώσουν παράσταση προς υποστήριξη κατηγορίας λόγω ψυχικής οδύνης όταν το θύμα πέθανε ως αποτέλεσμα του αδικήματος.(άρ. 63 ΚΠΔ). Αν το θύμα δεν έχει συμπληρώσει το δέκατο τρίτο έτος της ηλικίας του ή τελεί υπό δικαστική συμπαράσταση, το δικαίωμα της έγκλησης έχει ο νόμιμος αντιπρόσωπός του. Αν το θύμα έχει συμπληρώσει το 13ο (δέκατο τρίτο) έτος της ηλικίας του, το δικαίωμα της έγκλησης έχουν τόσο το ίδιο το θύμα όσο και ο νόμιμος αντιπρόσωπός του και μετά τη συμπλήρωση του 18ου (δέκατου όγδοου) έτους της ηλικίας του το δικαίωμα αυτό το έχει πλέον μόνο το θύμα.
Μπορείτε να καταγγείλετε ένα έγκλημα προφορικά ή γραπτά.
Εάν επιλέξετε να παρέχετε τις πληροφορίες προφορικά, ο υπάλληλος που αποδέχεται την έγκληση θα συντάξει σχετική έκθεση.
Σε κάθε περίπτωση η ποινική δίωξη μπορεί να ασκηθεί για τα πλημμελήματα μέχρι πέντε έτη από την τέλεση της πράξης, ενώ για τα κακουργήματα μέχρι 20 (είκοσι) έτη αν ο νόμος προβλέπει γι’ αυτά την ποινή της ισόβιας κάθειρξης και μέχρι 15 (δεκαπέντε) έτη σε κάθε άλλη περίπτωση, εκτός αν ο νόμος προβλέπει διαφορετικά. Όταν το έγκλημα διώκεται κατ’ έγκληση, τότε θα πρέπει να υποβάλετε έγκληση μέσα σε τρεις μήνες από την ημέρα που λάβατε γνώση για την τέλεση της πράξης και για τον δράστη της ή για έναν από τους συμμετόχους.
Δεν υπάρχει υποχρεωτική φόρμα που πρέπει να ακολουθήσετε για την υποβολή έγκλησης.
Στοιχεία που πρέπει να συμπεριλάβετε στην έγκληση σας είναι:
Τα πλήρη στοιχεία της ταυτότητάς σας,
Τον δράστη και τα στοιχεία επικοινωνίας του/της, εάν τα γνωρίζετε,
Ακριβή περιγραφή των γεγονότων
Τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία που στηρίζουν την καταγγελία [έγγραφα]
Τους μάρτυρες που προτείνετε να εξεταστούν, εάν υπάρχουν
Τα στοιχεία του πληρεξουσίου σας δικηγόρου, εφόσον έχετε διορίσει κάποιον.
Εάν δεν κατανοείτε ή δεν ομιλείτε την ελληνική γλώσσα μπορείτε να υποβάλλετε την έγκλησή σας σε γλώσσα την οποία κατανοείτε ή να λάβετε την αναγκαία γλωσσική βοήθεια, πάντοτε υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας ή σε άλλους ειδικούς ποινικούς νόμους. Εφόσον το ζητήσετε μπορείτε να λάβετε δωρεάν μετάφραση του εγγράφου [Άρθρο 58 Ν. 4478/2017, Δικαίωμα των θυμάτων κατά την υποβολή καταγγελίας (άρθρο 5 της Οδηγίας 2012/29/ΕΕ)]
Τα δικαιώματα των θυμάτων από τη στιγμή της καταγγελίας:
Τα θύματα εγκλήματος έχουν συγκεκριμένα δικαιώματα από την πρώτη στιγμή της καταγγελίας του εγκλήματος, σύμφωνα με τη νομοθεσία (άρθρα 56, 57, 58, 59, 60, 61, και 62 του Ν. 4478/2017). Τα δικαιώματα αυτά περιλαμβάνουν:
α. Δικαίωμα των θυμάτων να κατανοούν και να γίνονται κατανοητά (άρθρο 56)
β. Δικαίωμα λήψης πληροφοριών από την πρώτη επαφή με την αρμόδια αρχή (άρθρο 57)
γ. Δικαίωμα των θυμάτων κατά την υποβολή καταγγελίας (άρθρο 58)
δ. Δικαίωμα των θυμάτων να λαμβάνουν πληροφορίες σχετικά με την υπόθεσή τους (άρθρο 59)
ε. Δικαίωμα διερμηνείας και μετάφρασης (άρθρο 60)
στ. Δικαίωμα πρόσβασης σε υπηρεσίες υποστήριξης και φροντίδας θυμάτων (άρθρο 61)
ζ. Υποστήριξη από τις υπηρεσίες υποστήριξης θυμάτων (άρθρο 62)
Η εξατομικευμένη προσέγγιση και η αναγνώριση των βασικών αναγκών των θυμάτων αποτελούν τους κύριες άξονες της καθιέρωσης αυτών των δικαιωμάτων. Κάθε περίπτωση είναι διαφορετική, ανάλογα με τα γενικά και ειδικά χαρακτηριστικά των θυμάτων (κοινωνικά και δημογραφικά χαρακτηριστικά, είδος εγκλήματος, σχέση με το δράστη κ.α.). Ο σκοπός της καθιέρωσης των ελάχιστων δικαιωμάτων των θυμάτων αφορά όλα τα θύματα αξιόποινων πράξεων, ενώ η εξατομικευμένη μεταχείριση αφορά την ικανοποίηση των αναγκών των θυμάτων, πριν, κατά τη διάρκεια και μετά το πέρας της ποινικής διαδικασίας.
Επίσης, όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση του Ν. 4478/2017 η αναφορά στην «Αστυνομία ή άλλη αρμόδια Αρχή» καθιστά σαφές ότι η σχετική υποχρέωση ενεργοποιείται και βαραίνει όλες ανεξαιρέτως τις αρχές που είναι αρμόδιες κατά την ελληνική νομοθεσία να επιληφθούν κάποιας αξιόποινης πράξης, όπως αστυνομία, λιμενικό σώμα, εισαγγελία κ.λπ. και ανεξαρτήτως από το αν το θύμα προβαίνει σε σχετική καταγγελία. Επίσης, ως «επαφή» δεν πρέπει να νοείται μόνο η διά ζώσης επικοινωνία, αλλά και μέσω τηλεφώνου, διαδικτύου, κτλ.
Εάν είστε θύμα καλέστε:
- Την Άμεση Δράση : "100"
- Την τηλεφωνική Γραμμή SOS της Γενικής Γραμματείας Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων: "15900"
- Την Γραμμή Άμεσης Κοινωνικής Βοήθειας : "197"